Τετάρτη 17 Απριλίου 2013

 

Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ 1685 - 1750 (Johann Sebastian Bach)

Γεννήθηκε στο Άιζεναχ της Γερμανίας στις 21 Μαρτίου του 1685. Την ίδια μέρα πεθαίνει ο αδελφός του Γιόχαν Γιόνας. Η οικογένεια έχει ήδη χάσει δύο παιδιά από την πανώλη που θερίζει την περιοχή της Θουριγγίας 3 χρόνια πριν. Ακολουθεί μια σειρά θανάτων στην οικογένεια με αποκορύφωμα το θάνατο των γονιών του Γιόχαν Σεμπάστιαν, πρώτα της μητέρας του και μετά του πατέρα του. Έτσι, σε ηλικία 10 χρονών, ο μικρός Σεμπαστιαν μένει ορφανός και εγκαθίσταται στο σπίτι του μεγάλου του αδερφού Γιόχαν Κρίστοφ, στο Όρντρουφ, όπου ο ίδιος είναι διορισμένος ως οργανίστας. Ο μικρός Σεμπάστιαν διακρίνεται ήδη για τις μουσικές του ικανότητες, προκαλώντας σχεδόν τη ζήλια του αδερφού του, ο οποίος αρνείται να του δώσει παρτιτούρες μεγάλων μουσικών με πολύ δύσκολα έργα, που ο ίδιος δυσκολευόταν να παίξει, φοβούμενος ότι ο μικρός θα τον ξεπεράσει. Έτσι ο Σεμπάστιαν αντιγράφει κρυφά μέσα στη νύχτα έργα παλιών συνθετών, για να μη γίνει αντιληπτός από τον αδερφό του.

Αρχείο:Young Bach2.jpg
Σε ηλικία 15 χρονών εγκαταλείπει το σπίτι του αδερφού του, για να αναζητήσει μια καλύτερη ζωή και να δοκιμάσει τις δυνάμεις του. Πηγαίνει στο Λύνεμπουργκ, όπου δουλεύει ακατάπαυστα για να επιβιώσει, και θέτει υποψηφιότητα για τη θέση του οργανίστα του Ζανγκερχάουζεν. Αυτή η θέση θα τον ακολουθεί χρόνια αργότερα σε διάφορες εκκλησίες, όπου αποκτά κι άλλες αρμοδιότητες, λόγω της οργανωτικής του ικανότητας και των τεχνικών του γνώσεων ως προς το εκκλησιαστικό όργανο. Ο τίτλος του κάντωρα έχει ταυτιστεί σχεδόν με το όνομα του Μπαχ.
 
Το 1708, τον βρίσκουμε οργανίστα και διευθυντή μουσικής στην Αυλή της Βαϊμάρης και παντρεμένο με τη Μαρία Βαρβάρα. Μαζί θα κάνουν επτά παιδιά, από τα οποία επιβιώνουν τα τέσσερα. Μετά από 12 χρόνια θα χάσει και τη γυναίκα του από κάποια θανατηφόρα επιδημία. Παρόλα αυτά, δε θα σταματήσει να γράφει τις περίφημες καντάτες του που ευχαριστεί το Θεό αλλά και τον παρακαλεί να τον απαλλάξει από τις πίκρες χαρίζοντάς του το θάνατο. Όμως δεν παραιτείται. Συνεχίζει να δημιουργεί και να ζει προσφέροντας το καλύτερο που έχει, όχι μόνο μέσα από τη μουσική του αλλά και μέσα από τη ζωή του, όπως μαρτυρεί η δεύτερη γυναίκα του Άννα Μαγδαληνή . Με εκείνη θα αποκτήσει 13 παιδιά, από τα οποία θα ζήσουν τα επτά

 

Με όποιον τρόπο κι αν παίζονται τα έργα του, ο Μπαχ επεκτείνει τα πάντα σε ένα μέγα Σύμπαν. Μένει έκθαμβος μπρος στα δημιουργήματα του Θεού, για αυτό και νιώθει την ανάγκη να τον ευχαριστεί με κάθε έργο του. Η πνευματικότητα και η εσωτερικότητα των έργων του μαρτυρούν τη σχέση του μεγάλου συνθέτη με το αόρατο, την αιωνιότητα, την αθανασία της ψυχής, τη λύτρωση που εκείνη βρίσκει στην επαφή της με το ιερό και με τη μουσική που στοχεύει στην εξύψωσή της προς το Θεό.








Ludwig van Beethoven (1770-1827)

 Γεννήθηκε στη Βόννη και πέθανε στη Βιέννη σε ηλικία 57 ετών. Είναι ο σημαντικότερος συμφωνικός συνθέτης και ένα κορυφαίο πνεύμα του ανθρώπινου πολιτισμού. Ολοκλήρωσε το «βιεννέζικο κλασικισμό» και εισήγαγε στην εποχή του ρομαντισμού.

Είχε καταγωγή από οικογένεια μουσικών και διδάχθηκε τη μουσική από τον πατέρα του (τενόρος στην αυλική χορωδία της Βόννης), μερικούς οικογενειακούς φίλους και περίπου από το 1780 από τον αυλικό οργανίστα Νέεφε. Από το 1784 αναφέρεται ο Μπετόβεν στις μισθολογικές καταστάσεις της αυλικής ορχήστρας, στην οποία όμως συμμετείχε ήδη από το 1783 ευκαιριακά ως αντικαταστάτης του δασκάλου του. Πρώτες συνθέσεις του Μπετόβεν δημοσιεύτηκαν ήδη αυτή την εποχή στη Βόννη. Το 1787 επισκέφτηκε για πρώτη φορά τη Βιέννη για να σπουδάσει ως μαθητής του Μοτσαρτ  Μετά από 14 ημέρες αναγκάστηκε όμως να επιστρέψει στη Βόννη, λόγω βαριάς ασθένειας της μητέρας του. Όταν επανήλθε ο Μπετόβεν μετά από 5 χρόνια στη Βιέννη, ο Μότσαρτ είχε πεθάνει...  
 
 O Μπετόβεν σπούδασε με τον Χάυντν μέχρι που αναχώρησε αυτός για το δεύτερο ταξίδι του στην Αγγλία το 1794 και συνέχισε πιο συγκροτημένες σπουδές με τους Αλμπρεχτσμπέργκερ και Ζαλιέρι. Οι συστατικές επιστολές που είχε ο συνθέτης από τους κηδεμόνες και φίλους του με προεξάρχοντα τον κόμη Βάλντστάιν, άνοιξαν στο μεγάλο συνθέτη τις πόρτες της βιεννέζικης κοινωνίας, στην οποία άρχισε να αναγνωρίζεται, παρά τις ανατρεπτικές απόψεις του και μία εμφανώς εκκεντρική συμπεριφορά του, σαν πιανίστας και βιρτουόζος αυτοσχεδιαστής. Το 1795 έδωσε ο Μπετόβεν το πρώτο δημόσιο κοντσέρτο του στο Burgtheater της Βιέννης. Οι στενές σχέσεις του συνθέτη με την κοινωνία ευγενών της Βιέννης εκφράστηκε και με τις πολυάριθμες αφιερώσεις έργων του (Μπρόινινγκ, Μπρούνσβιγκ, Κίνσκυ, Λιχνόσβσκυ, Λόμπκοβιτς, Ραζουμόφσκυ, Ρούντολφ). 
 
Ήδη το έτος 1794 εκδηλώθηκε στο μεγάλο συνθέτη και δεξιοτέχνη πιανίστα ένα πρόβλημα βαρηκοΐας, το οποίο χειροτέρευε προοδευτικά και άρχισε να του δημιουργεί σημαντικά προβλήματα επικοινωνίας από το 1801, σε ηλικία 31 ετών. Υπό την επιρροή αυτού του γεγονότος έγραψε ο Μπετόβεν το έτος 1802 τη συχνά αναφερόμενη στις βιογραφίες του διαθήκη τού Heiligenstadt. Το έτος 1815 έδωσε ο μεγάλος συνθέτης το τελευταίο δημόσιο κοντσέρτο του και περί το έτος 1818 ήταν ήδη τελείως κουφός. Τα «τετράδια επικοινωνίας» που άρχισε να χρησιμοποιεί ο Μπετόβεν από αυτή την εποχή περίπου, πολλά από τα οποία έχουν διασωθεί μέχρι σήμερα, αποτελούν σημαντικά στοιχεία για τη ζωή και τις συνομιλίες του μέχρι το θάνατό του.
Η κηδεία του Μπετόβεν στη Βιέννη αποτέλεσε αφορμή για τη συρροή μεγάλου αριθμού καλλιτεχνών, πολλών διάσημων προσώπων και πλήθους απλών ανθρώπων, οι οποίοι συνόδευσαν το μεγάλο νεκρό στην τελευταία του κατοικία.  
Wolfgang Amade Mozart (1756-1791)

Γεννήθηκε στο Ζάλτσμπουργκ και πέθανε στη Βιένη σε ηλικία 35 ετών. Είναι ένας από τους σπουδαιότερους συνθέτες μουσικής που παρουσιάστηκαν στην ιστορία αυτής της τέχνης. Ο Μότσαρτ διδάχθηκε από τον πατέρα του Λεοπόλδο από το τέταρτο έτος της ηλικίας του (αρχικά μουσική, αργότερα και άλλα μαθήματα) και παρουσιάστηκε στο κοινό, μαζί με την αδελφή του Μαρία 'Αννα, σαν ένα «παιδί θαύμα» (για πρώτη φορά το 1761 στο Ζάλτσμπουργκ). Το πρώτο ταξίδι για συναυλίες του νεαρού Μότσαρτ τον οδήγησε τον Ιανουάριο 1762 στο Μόναχο, ένα νεώτερο από το Σεπτέμβριο μέχρι το Δεκέμβριο του 1762 μέσω Πασάου και Λίντς στη Βιένη. Εκεί έπαιξε μπροστά στην αυτοκράτειρα Μαρία Θυρεσία , στην οποία και ανακοίνωσε ότι όταν μεγαλώσει θα την παντρευτεί! . 


 Wolfgang Amadeus Mozart

Κατά τη διάρκεια της δεύτερης μεγάλης επίσκεψής του στη Βιένη (Σεπτ. 1767 μέχρι Ιαν. 1769) διηύθηνε μεν ο Μότσαρτ με επιτυχία μία «Λειτουργία για το Ορφανοτροφείο» και παρουσίασε την όπερα «Bastien und Bastienne» στη βίλα του γιατρού Μέσμερ, δεν βρήκε όμως ανταπόκριση στην αυτοκρατορική Αυλή. Επίσης η όπερά του «La finta semplice» δεν έγινε δεκτό να ανέβει στην Αυλή, λόγω μηχανοραφιών κάποιων αυλικών, αν και την υποστήριξε ο Γκλουκ (αυτή η όπερα παρουσιάστηκε το 1769 στο Ζάλτσμπουργκ).
 Τον Οκτώβριο του 1770 παρουσιάστηκε με μεγάλη επιτυχία στο Μιλάνο η όπερα «Μιθριδάτης, βασιλιάς του Πόντου» (21 επαναλήψεις). Το Μάρτιο του 1771 ολοκληρώθηκε το πρώτο ταξίδι στην Ιταλία. Στον Μότσαρτ είχαν δοθεί στη διάρκεια αυτού του ταξιδιού μερικές παραγγελίες για συνθέσεις (για την Πάδοβα, το Μιλάνο και τη Βενετία) και έτσι υπήρχε λόγος να ετοιμαστεί το δεύτερο ταξίδι του. Περίπου 5 μήνες αργότερα ξεκινάει πάλι από το Salzburg για την Ιταλία, όπου έμεινε μέχρι το Δεκέμβριο του 1771. Αυτή την εποχή δημιουργήθηκαν το ορατόριο «La betulia liberata» (για την Πάδοβα) και η σερενάτα «Ascanio in Alba» (για το Μιλάνο). Από τον Οκτώβριο 1772 μέχρι το Μάρτιο 1773 πραγματοποιήθηκε το τρίτο ταξίδι του Μότσαρτ στην Ιταλία, κατά τη διάρκεια του οποίου παρουσιάστηκε η όπερα «Lucio Silla» στο Μιλάνο. 
 
Λίγο μετά την επιστροφή πατέρα και γιού από το δεύτερο ταξίδι στην Ιταλία πέθανε ο επίσκοπος- πρίγκιπας του Ζάλτσμπουργκ, φον Σχράτενμπαχ. Ο νέος εργοδότης της οικογένειας Μότσαρτ, κόμης Κολορέντο, για του οποίου την ενθρόνηση ο νεαρός συνθέτης έγραψε το έργο «Il sogno di Scipione», δεν ήταν ένας πρίγκιπας με νοοτροπία του μπαρόκ, όπως ο προκάτοχός του, αλλά εκπρόσωπος του διαφωτισμού, με κλίση προς τις ανανεωτικές ιδέες του γιοζεφινισμού (από το όνομα του αυτοκράτορα Ιωσήφ, Josef).

http://www.youtube.com/watch?v=A7JzTVf5LCA 

 Ενα νεώτερο ταξίδι του Μότσαρτ στο Παρίσι (Σεπτ. 1777 μέχρι Ιαν. 1779), το τελευταίο μεγάλο ταξίδι συναυλιών του συνθέτη, αφενός σκιάστηκε από το θάνατο της μητέρας του στις 3-7-1778, η οποία τον συνόδευε, αφετέρου δεν απετέλεσε μία καλλιτεχνική επιτυχία, η οποία θα συνοδευόταν από τον περιπόθητο διορισμό σε κάποια Αυλή. Αντίθετα, έχασε και τη θέση του στο Ζάλτσμπουργκ, μετά από αντιδικία με τον αρχιεπίσκοπο. Ο συνθέτης επαναπροσλήφθηκε μεν μετά από παρέμβαση του πατέρα του, αλλά η επόμενη σύγκρουση ήταν θέμα χρόνου. O Μότσαρτ δεν είχε σκοπό να υποταχτεί στο πρωτόκολο της Αυλής, το οποίο βέβαια δεν προέβλεπε ρυθμίσεις για μία μουσική ιδιοφυΐα! Λίγο πριν από την αναχώρηση για τη Βιένη ολοκληρώθηκε η όπερα «Idomeneo» (1780-81) που προοριζόταν για το Μόναχο. Από τον Μάρτιο 1781 βρισκόταν ο Μότσαρτ στη Βιένη, όπου κορυφώθηκε η σύγκρουσή του με τον αρχιεπίσκοπο, κατάληξη της οποίας ήταν στις αρχές Ιουνίου η παραίτηση/απόλυσή του.
 
 Το 1785/86 ανέβηκε η όπερα «Οι γάμοι του Φίγκαρο» , το 1787 «Don Giovanni» . Το δεύτερο έργο ανέβηκε για πρώτη φορά με μεγάλη επιτυχία στην Πράγα. Το 1787 διορίστηκε επιτέλους ο Μότσαρτ ως αυλικός συνθέτης από τον Ιωσήφ, αλλά οι εποχές είχαν αλλάξει λόγω του πολέμου με τους Τούρκους και η μουσική ζωή της Βιένης βρισκόταν σε παρακμή. Την ίδια περίπου εποχή με τις όπερες του Ντα Πόντε δημιουργήθηκαν μερικές από τις γνωστές συμφωνίες, διάφορα έργα για πιάνο (κοντσέρτα και σονάτες), καθώς και έργα για μουσική δωματίου.τον αρχιεπίσκοπο. Μέχρι το 1785 συνέθετε ο Μότσαρτ κυρίως έργα για πιάνο και μουσική δωματίου (μεταξύ άλλων τα 6 κουαρτέτα εγχόρδων που αφιέρωσε στον Χάυντν). Ιδιαίτερα τα κοντσέρτα για πιάνο του Μότσαρτ βρήκαν σημαντική ανταπόκριση στο βιενέζικο κοινό και αποτελούν μέχρι σήμερα κορυφαίες δημιουργίες, τόσο του ίδιου του συνθέτη, όσο και του 
μουσικού αυτού είδους γενικότερα
 http://www.youtube.com/watch?v=SotSKAYTyDw
 Και τα τρία τελευταία χρόνια της ζωής του Μότσαρτ (1789-91) ήταν καλλιτεχνικά και οικονομικά επιτυχημένα, αν και οι 3 τελευταίες συμφωνίες του, 39 () - 41 (, δεν εκτελέστηκαν ποτέ δημόσια, όσο ζούσε ο συνθέτης, λόγω ελλείψεως ακροατηρίου. Το γεγονός ότι συσσωρεύονταν χρέη οφείλονται κατά κάποιο μέρος στην κακή διαχείριση του συνθέτη, στις συνεχείς ασθένειες της γυναίκας του, αλλά και σε κάποια ροπή για συμμετοχή του σε τυχερά παιχνίδια. Μετά από ένα ταξίδι του Μότσαρτ ως συνοδός του πρίγκιπα Λιχνόβσκυ, παρουσιάστηκε η τελευταία από τις 3 όπερες του Ντα Πόντε, «Cosi fan tutte ('Ετσι κάνουν όλες)». Με την τιμητική ανάθεση της πανηγυρικής όπερας, λόγω της στέψης στην Πράγα του Λεοπόλδου Β', βρήκε ευκαιρία να συνδέσει ο Μότσαρτ την παραδοσιακή όπερα του μπαρόκ με τα σύγχρονα ρεύματα - μία προσπάθεια που δεν αναγνωρίστηκε από την αυτοκρατορική Αυλή. Αντίθετα, η όπερα «Μαγικός Αυλός» που ανέβηκε περίπου παράλληλα, υπήρξε μεγάλη επιτυχία.


Ο Μότσαρτ ήταν ασθενής ήδη από το τέλος του καλοκαιριού 1791, αλλά στις αρχές Δεκεμβρίου παροέκυψε μία δραματική επιδείνωση, η οποία και τον οδήγησε στο θάνατο. Το «Requiem», μία παραγγελία τού κόμη Φ. Βάλσεγκ-Στούπαχ (και όχι του Σαλιέρι, όπως αυθαίρετα παρουσιαζόταν στην τανία Amadeus), έμεινε ημιτελές . Με εντολή της χήρας Κονστάντσε ανέλαβαν να το ολοκληρώσουν, αρχικά ο 'Αιμπλερ και στη συνέχεια ο Ζυσμάγιερ. Αυτή η μορφή τού έργου εκτελείται συνήθως μέχρι σήμερα.

Ο Μότσαρτ άφησε, εκτός από τη χήρα του, δύο παιδιά: Τον Κάρολο (1784-1858), ο οποίος όρισε το Μότσαρτeum του Salzburg ως γενικό κληρονόμο του, και τον Βόλφγλανγκ (1791-1844), συνθέτη, πιανίστα και μαέστρο περιορισμένου βεληνεκούς. Ο μεγάλος συνθέτης Μότσαρτ κηδεύτηκε φτωχικά σε ένα μαζικό τάφο στο νεκροταφείο του 'Αγιου Μαρξ. Ο τάφος του δεν εντοπίστηκε ποτέ με ακρίβεια, γι' αυτό ο επίσημος τάφος στην πτέρυγα τιμωμένων του κεντρικού νεκροταφείου της Βιένης (Zentralfriedhof) είναι κενοτάφιο.
ΜΕΓΑΛΟΙ ΚΛΑΣΙΚΟΙ ΣΥΝΘΕΤΕΣ
Ο Franz Joseph Haydn (1732 – 1809) αυστριακός συνθέτης, ήταν ένας από τους σημαντικότερους μουσικους συνθέτες της κλασικης εποχής της μουσικής . Θεωρείται ο “πατέρας” της συμφωνικής μουσικής και του κουαρτέτου εγχόρδων. Το έργο του περιλαμβάνει κυρίως οργανική μουσική — συμφωνίες  και μουσική δωματίου — καθώς και φωνητικά έργα στα οποία περιλαμβάνονται κωμικές και δραματικές όπερες .


Joseph Haydn

Σύγχρονη κλασική μουσική

Ονομάζουμε σύνχτονη κλασική μουσική την κλασικη εξέλιξη της ρομαντικής εποχής του 20 ου αιώνα Αυτά είναι κάποια από τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν την νέα αυτή πορεία της μουσικής.ατονικότητα , δωδεκαφθογγισμος , Σειραίσμος ,είναι τα ονόματα που προσδιορίζουν ένα τρόπο γραφής που απέχει πολύ από τον καθιερωμένο. Αφού η κλίμακα διαιρεθεί σε 12 ημιτόνια που το κάθε ένα από αυτά είναι το ίδιο σημαντικό με τα άλλα 11 για να μην υπάρχει η αίσθηση του τονικού κέντρου, αφηνόμαστε σε μία μουσική αριθμητική να οδηγήσει μία κατασκευή, που στηρίζεται αρκετά στη ρυθμική διαφοροποίηση ώστε να δώσει ένα νέο ορισμό στο νόημα της λέξης "Μουσική".

 

 

Με τον όρο κλασική μουσική αναφερόμαστε στην δυτικοευροπαική μουσικη παραγωγή που εκτείνεται σε μία αρκετά μεγάλη χρονική περίοδο, περίπου από το έτος 470 μ. Χ  μέχρι και την σύγχρονη εποχή.Το επίθετο κλασικός προέρχεται από την λατινική λέξη -classicus δηλαδή δηλώνει κάτι εξερετικό!
Οι ορισμοί αυτοί μεταφέρθηκαν στην μουσική για να δηλώσουν περισσότερο την διάκριση μεταξύ της "έντεχνης" μουσικής από τηνλαίκή ή παραδοσιακή . Η έννοια της κλασικής μουσικής, παρέπεμπε επομένως σε μία "ανώτερη" μορφή μουσικής σύνθεσης, με "σοβαρούς" σκοπούς και πέρα από τον ψυχαγωγικό χαρακτήρα.